Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010

Άδης





Ετυμολογία:
Το πιο πιθανό είναι η λέξη να αποτελείται από το στερητικό "Α" και τη λέξη "ιδείν" που μαζί σημαίνουν αυτός που είναι αόρατος, ο σκοτεινός, ο αφανής.

Μυθολογία:
Κατά την Ελληνική μυθολογία ήταν ο Θεός του "κάτω κόσμου". Γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδερφός του Ποσειδώνα και του Δία καθώς και της Ήρας, της Δήμητρας και της Εστίας. Μόλις γεννήθηκε, αυτόν και τα αδέρφια του, τους κατάπιε ο πατέρας τους αλλά με τέχνασμα της Ρέας κατάφερε να κάνει τον Κρόνο να τους ξεράσει. Αργότερα, μαζί με τον Δία και τον Ποσειδώνα πήρε μέρος στην "Τιτανομαχία" των Θεών. Οι τρεις τους πήραν από ένα όπλο από τους Κύκλωπες ώστε να καταφέρουν να κερδίσουν τη μάχη. Ο Άδης πήρε την "κύνη", δηλαδή μια περικεφαλαία που τον καθιστούσε αόρατο και τον βοηθούσε στη μάχη. Αφού κέρδισαν στην "Τιτανομαχία" έγινε κλήρωση για να καθορίσουν πια βασίλεια θα κυβερνούσαν οι τρεις Θεοί. Στον Άδη ανατέθηκε η ηγεμονία του "κάτω κόσμου". Από τότε βασιλεύει εκεί, με τη σύζυγό του Περσεφόνη, όπου κρίνει τους νεκρούς και τιμωρεί τους επίορκους. Στο "έργο" του Άδη βοηθοί είναι οι δαίμονες Κήρες και οι Ερινύες.
Προσωνύμια:
  • Για την αυστηρότητά του λεγόταν και: Αδάμαστος, Αδάμας, Άδμητος, Αμείλιχος.
  • Σαν βασιλιάς των νεκρών ήταν και: Ίφθιμος, Κρατερός, Πελώριος.
  • Για την ακαμψία του: Στυγερός και Μέγας.
  • Για τις καλές συμβουλές του: Εύβουλος, Κλύμενος, Περίκλυτος και Αγησίλαος.
  • Άλλα προσωνύμια που είχε ήταν: Παγκοίτης, ολυδέγμων, Πολυδεύκης, Ζαγρεύς, Ζευς Χθόνιος, Πλούτων.
Ιερά φυτά είχε το κυπαρίσσι και το νάρκισσο (εξού και τα κυπαρίσσια σήμερα στα νεκροταφεία) και σύμβολό του είχε τον Κέρβερο και τα κλειδιά του "κάτω κόσμου".
Γενικώς, "Αδης", λεγόταν και η κατοικία του ομώνυμου Θεού καθώς και των νεκρών που πήγαιναν εκεί όπου κατά την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων βρισκόταν κάτω από τη γη. Ο χώρος αυτός αναπαριστάται σαν σκοτεινός και μουχλιασμένος και διαρρέεται από τέσσερα ποτάμια, τη Στύγα, Τον Αχέροντα, τον Πυριφλεγέθοντα και τον Ωκυτό. Η είσοδός του θεωρούνταν ότι βρισκόταν στη Θεσπρωτία κοντά στον ποταμό Αχέρωντα και την Αχερουσία λίμνη. Αυτή η λίμνη είναι το "εμπόδιο που έπρεπε να περάσει ο νεκρός για να πάει στον Άδη.



 Εκεί στεκόταν ο Χάρος με το ακάτιό του ο οποίος έπαιρνε έναν οβολό από τους νεκρούς για να τους περάσει απέναντι, τον οποίο οβολό τον ΄έβαζαν στο στόμα του οι συγγενείς του όταν τον έθαβαν.
Αφού περνούσαν την Αχερούσια λίμνη, οι νεκροί, πήγαιναν μόνοι τους στο Δικαστήριο, όπου κριτές ήταν ο Μίνωας, ο Ραδαμάνθης και ο Αιακός. Ανάλογα με το είδος της ζωής που είχαν κάνει (ενάρετη, αμαρτωλή κτλ) πήγαιναν ή κατευθείαν στα Ηλύσια πεδία ή στο καθαρτήριο ή στον Τάρταρο. Όσοι πήγαιναν στον Τάρταρο τιμωρούνταν και έπειτα μεταφέρονταν στα Ηλύσια. Πριν μπουν στα Ηλύσια, όλοι, για να ζήσουν ευτυχισμένοι στον κάτω κόσμο και να ξεχάσουν τη ζωή του πάνω κόσμου, έπιναν έπιναν το νερό της λήθης. Φύλακας, δε, του Άδη ήταν ο Κέρβερος. Ένα σκυλί με τρία κεφάλια, το οποίο κατασπάραζε όποιον πήγαινε να βγει έξω.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Next home
Related Posts with Thumbnails